ἡσύχους

ἡσύχους
ἥσυχος
quiet
masc/fem acc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • κλαψούρα — η και κλαψούρισμα, το ατος, το να κλαψουρίζει κανείς, το να κλαίει κανείς σιγανά και συνεχώς: Δε μας αφήνει ήσυχους η κλαψούρα του μπέμπη …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”